Την κεντηματού την ήξερα αλλά δεν της είχα δώσει σημασία. Την είχα βρει μπροστά μου μερικές φορές. Η οικειότητα μού έκανε εντύπωση – απέπνεε μια σιγουριά. Τόσο ώστε να νομίζω ότι πρόκειται για μια μακρινή συγγενή από το χωριό, κάποια από αυτές τις ξαδέρφες που ήταν σκορπισμένες στα τέσσερα σημεία του αθηναϊκού ορίζοντα.
Δεν με ξανααπασχόλησε όμως, σίγουρα όχι ανάμεσα στα μέσα της δεκαετίας του '90 και στο σημαδιακό βράδυ της τρίτης (προς τέταρτη) του Σεπτέμβρη. Κοιμόμουν ήσυχος, κουρασμένος αλλά ικανοποιημένος ύστερα από μια μέρα που, μετά τη σκληρή δουλειά, όλα είχαν πάει καλά και είχαμε φέρει τον Σημίτη να θαυμάσει το νέο κομμάτι του δρόμου μας πριν το εγκαινιάσει.
Μετά από το τηλεφώνημα, που έγινε γύρω στις 4 ή 5 το πρωί, κινήθηκα (κινηθήκαμε) με ταχύτητα και ψυχραιμία. Η ανησυχία για το πρώτο ξεπόρτισμα που μετατράπηκε σε ξενύχτι έδωσε τη θέση της σε μια συγκεκριμένη πληροφορία: να κοιτάξω στο σπίτι της κεντηματούς. Ήδη είχαν εξαντληθεί οι άλλες πηγές πληροφόρησης (νοσοκομεία, αστυνομία) και είχε ξεσηκωθεί το σόι στο πόδι, πριν τους ξαναπούμε να κοιμηθούν ήσυχοι. Εντοπίστηκε και είναι καλά. Τουλάχιστον αυτό συμπέρανα βλέποντας το άσπρο Γκολφ παρκαρισμένο στο δρόμο που συνδέει το βενζινάδικο με το αμαξοστάσιο.
Την πληροφορία τη χειριστήκαμε με διακριτικότητα. Φυσικά η συμβία δεν ήταν βλάκας. Λίγο καιρό αργότερα εκδικήθηκε, δημιουργώντας ένα ωραίο πασχαλινό οικογενειακό σκηνικό. Αυτό οδήγησε σε μια συζήτηση, στην οποία μου τέθηκε για πρώτη φορά (έμμεσα) ένα ερώτημα που το ξαναβρήκα μπροστά μου και αργότερα. Ένα ερώτημα που ήταν πέρα για πέρα λάθος ο τρόπος που υπονοήθηκε/τέθηκε.
Ο καθένας κάνει τις επιλογές του και στη συνέχεια αναλαμβάνει την ευθύνη. Εδώ δεν έγιναν όμως επιλογές. Απλά έγινε μια προσπάθεια δικαιολόγησης που ακολουθήθηκε από το ανείπωτο ερώτημα: "Θα την αναλάβεις εσύ, ώστε εγώ να κάνω τη ζωή μου;" Αυτό το ωραίο ρήμα, "αναλαμβάνω", χρησιμοποιήθηκε και αργότερα, όταν εκείνος άρρωστος πια ζήτησε από τα αδέρφια του να τον βοηθήσουν. "Εμείς θα τον βοηθήσουμε, αλλά εσύ θα την αναλάβεις". Εγώ και πάλι αντιστάθηκα. Έδωσα και θα δώσω λεφτά. Βοήθησα και θα βοηθήσω. Η ζωή όμως ενός εξαρτημένου μέλους δεν πακετοποιείται, όσο αυτό παραμένει εξαρτημένο.
Κρίμα αν εκείνος έφυγε χωρίς να το καταλάβει. Κρίμα, ακόμη μεγαλύτερο, που η κεντηματού δεν ήταν απλά η εκτόνωση για τα πράγματα που όντως δεν απόλαυσε στη ζωή του (ή το αντίδοτο για την αποτυχία της έγγαμης σχέσης του) αλλά ένας καρκίνος επιζήμιος όπως κι αυτός που τον χτύπησε (έστω και διαφορετικά). Όχι μόνο για τα όσα του στοίχισε, οικονομικά και αλλιώς, αλλά και γιατί εκείνη και οι κόρες "του", δηλ. οι κόρες της είχαν γίνει ένα παράλληλο σύμπαν που θα ήταν, ίσως, πιο τίμιο να είχε επισημοποιηθεί. Η επίκληση της αγωνίας και κατάστασης της νόμιμης συμβίας ήταν μάλλον άτοπη, από τη στιγμή που ένα μέρος των προβλημάτων της είχε να κάνει με την αβεβαιότητα της μεταξύ τους σχέσης.
2 σχόλια:
Καλωσήλθες, Johhny!
Hello, Mastrolabros!
Δημοσίευση σχολίου