Πριν από 190 χρόνια ξεσηκωθήκαμε εναντίον των οθωμανών, για πολλούς λόγους, μεταξύ άλλων για να απαλλαγούμε από τη βαριά φορολογία της αυτοκρατορίας τους. Σήμερα που το ελεύθερο κράτος μας δείχνει να μιμείται τους μισητούς δυνάστες, αξίζει να "ανθολογήσουμε" το λεξιλόγιο της κοινωνίας από την οποία είχαμε οριστικά (;) απαλλαγεί.
Çete (τσετέ): Ο τσέτης, ο άτακτος, ο αγανακτισμένος.
Çiftlik (τσιφτλίκ): Το τσιφλίκι, η μεγαλοϊδιοκτησία υποκείμενη σε ΦΜΑΠ.
Defter (ντεφτέρ): Το τεφτέρι, το Taxis-Net.
Devlet (ντεβλέτ): Το δοβλέτι, το κράτος, το δημόσιο.
Esnaf (εσνάφ): Το συνάφι, η συντεχνία, το κλειστό επάγγελμα.
Fenerci (φενερτζί): Ο φαροφύλακας, ο φανοποιός και γενικά αυτός που φρόντιζε τα φανάρια και έδινε φως στον κόσμο. Κάτι σαν τη ΔΕΗ χωρίς τη Γενόπ.
Hapis (χαπίς): Η φυλακή, η "χάψη", η ψειρού της προσωποκράτησης.
Haraç (χαράτς): Ο κεφαλικός φόρος, το χαράτσι, the poll tax.
İltizamcı (ιλτιζαμτζί): Ο φοροεισπράκτορας. Σε αντίθεση με το ΣΔΟΕ, ο ιλτιζαμτζής ήταν ιδιώτης, πλήρωνε στρατιώτες (για την επιβολή της είσπραξης) και μπορούσε να βγάλει κέρδος. Ένα είδος σύμβασης παραχώρησης.
Karagöz (κάραγκιοζ): Ο τυπικός φουκαράς φορολογούμενος (πάνω στην καμπούρα του όλα).
Kuruş (κουρούς): Το γρόσι, το σέντσι, το λεπτό (ένα εκατοστό του βασικού νομίσματος).
Memur (μεμούρ): Ο δημόσιος υπάλληλος ("κοίτα μια μουρ' που 'χει ο μεμούρ, τώρα που θα μπει σε εφεδρεία").
Orman (ορμάν): Το ρουμάνι, το δασικό κτήμα (συμπεριλαμβανομένων οικοπέδων στα οποία φύτρωσε έστω και μισό πουρνάρι και ο βλαξ ιδιοκτήτης δεν πρόλαβε να το κάψει).
Paşa (πασά): Ο αξιωματικός, το καταφύγιο του υπηκόου όταν όλα δυσκόλευαν (έτσι πίστευε).
Tahsildar (ταχσιλντάρ): Ο τασιλτάρης ή ταξιλτάρης, φοροεισπράκτορας κι αυτός αλλά δημόσιος (για τα ψιλολόγια).
Timar (τιμάρ): Το τιμάριο, το ακίνητο (υποκείμενο σε φορολόγηση φυσικά).
Vakıf (βακίφ): Το βακούφιο, η μη φορολογούμενη ιδιοκτησία (ΜΚΟ, θρησκευτικό ίδρυμα, αυθαίρετο με ναΐσκο ή ναΐδριο κ.λπ.)
Vezir (βεζίρ): Ο υπουργός, ο βεζύρης.
Vezir-i azam (βεζίρ-ι αζάμ): Ο πρωθυπουργός, ο μεγάλος βεζύρης.
Zaptiye (ζαπτιγέ): Ο χωροφύλαξ, ο αστυφύλαξ, το όργανον.
Ξεχάσαμε τον περιφερειάρχη (Ali Paşa)
Çete (τσετέ): Ο τσέτης, ο άτακτος, ο αγανακτισμένος.
Çiftlik (τσιφτλίκ): Το τσιφλίκι, η μεγαλοϊδιοκτησία υποκείμενη σε ΦΜΑΠ.
Defter (ντεφτέρ): Το τεφτέρι, το Taxis-Net.
Devlet (ντεβλέτ): Το δοβλέτι, το κράτος, το δημόσιο.
Esnaf (εσνάφ): Το συνάφι, η συντεχνία, το κλειστό επάγγελμα.
Fenerci (φενερτζί): Ο φαροφύλακας, ο φανοποιός και γενικά αυτός που φρόντιζε τα φανάρια και έδινε φως στον κόσμο. Κάτι σαν τη ΔΕΗ χωρίς τη Γενόπ.
Hapis (χαπίς): Η φυλακή, η "χάψη", η ψειρού της προσωποκράτησης.
Haraç (χαράτς): Ο κεφαλικός φόρος, το χαράτσι, the poll tax.
İltizamcı (ιλτιζαμτζί): Ο φοροεισπράκτορας. Σε αντίθεση με το ΣΔΟΕ, ο ιλτιζαμτζής ήταν ιδιώτης, πλήρωνε στρατιώτες (για την επιβολή της είσπραξης) και μπορούσε να βγάλει κέρδος. Ένα είδος σύμβασης παραχώρησης.
Karagöz (κάραγκιοζ): Ο τυπικός φουκαράς φορολογούμενος (πάνω στην καμπούρα του όλα).
Kuruş (κουρούς): Το γρόσι, το σέντσι, το λεπτό (ένα εκατοστό του βασικού νομίσματος).
Memur (μεμούρ): Ο δημόσιος υπάλληλος ("κοίτα μια μουρ' που 'χει ο μεμούρ, τώρα που θα μπει σε εφεδρεία").
Orman (ορμάν): Το ρουμάνι, το δασικό κτήμα (συμπεριλαμβανομένων οικοπέδων στα οποία φύτρωσε έστω και μισό πουρνάρι και ο βλαξ ιδιοκτήτης δεν πρόλαβε να το κάψει).
Paşa (πασά): Ο αξιωματικός, το καταφύγιο του υπηκόου όταν όλα δυσκόλευαν (έτσι πίστευε).
Tahsildar (ταχσιλντάρ): Ο τασιλτάρης ή ταξιλτάρης, φοροεισπράκτορας κι αυτός αλλά δημόσιος (για τα ψιλολόγια).
Timar (τιμάρ): Το τιμάριο, το ακίνητο (υποκείμενο σε φορολόγηση φυσικά).
Vakıf (βακίφ): Το βακούφιο, η μη φορολογούμενη ιδιοκτησία (ΜΚΟ, θρησκευτικό ίδρυμα, αυθαίρετο με ναΐσκο ή ναΐδριο κ.λπ.)
Vezir (βεζίρ): Ο υπουργός, ο βεζύρης.
Vezir-i azam (βεζίρ-ι αζάμ): Ο πρωθυπουργός, ο μεγάλος βεζύρης.
Zaptiye (ζαπτιγέ): Ο χωροφύλαξ, ο αστυφύλαξ, το όργανον.
Ξεχάσαμε τον περιφερειάρχη (Ali Paşa)
2 σχόλια:
Σε απάντηση στο μάθημα τουρκικής, ένα μάθημα γαλλικής:
Μαντμαζέλ, κοινοβουλευτισιόν χοντροκλεψιόν γκαραντί, απατεών αλέ ρετούρ και μίζα
ντούμπλε φας. Γκραν σουξέ, κι από μανζέ γκουρμέ... εξοπλισμέ, ζιμενσέ,
χρηματιστίκ, βατοπεδουάρ, ολυμπιάντ, ασφαλιστίκ κασέ και ζενερέλ φαταούλ
αχορταγιέζ!!! Εμείς, ψηφοφορέλ γκραν μαλακιστίκ ξεφτίλ! Τώρα, μέσα στο μαιζόν
εγκλειστίκ, τρε μπατίρ, καταστασιόν απελπιστίκ, πολύ κοντά σε πεζοδρομουάρ
βιζιτέ!!! Σακ βουαγιάζ!!!
Καλή φίλη μου υπενθυμίζει ότι εγώ ο ίδιος κάποτε της είχα υποδείξει πως αντί για "συνάφι" (που δεν προέρχεται από τη ...συνάφεια) ορθότερο είναι το "σινάφι". Κι όμως στην ανάρτηση έβαλα το "Υ", ένας Θεός ξέρει γιατί. Mea culpa.
Δημοσίευση σχολίου